Τετάρτη 26 Ιουνίου 2013

Σκέψεις  και θλίψη για μια γενιά που χάνεται στα μίση

Δεν είναι λίγες οι κουβέντες που έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα για έννοιες όπως ο ρατσισμός και η βία, ο εθνικισμός και ο πατριωτισμός η ξενοφοβία και η ξενολαγνία.  Και είναι αναμενόμενο σε μια Ελλάδα που το 8% των πολιτών της υποστηρίζει κόμματα φασιστικών κατευθύνσεων και τάσεων όπως πλέον έκδηλα και απροκάλυπτα φανερώνουν τα μέλη του κόμματος της Χρυσής Αυγής.
Είναι όμως εκείνη η μία και μοναδική στιγμή που σκάει σαν χαστούκι και αποπειράται να αφανίσει κάθε ελπίδα από τις βλέψεις και τις ελπίδες για το μέλλον. Μια τέτοια είναι να διαβάζεις μηνύματα μίσους και βίας από νέους ανθρώπους, ανθρώπους που τώρα ξεκινούν την ενήλικη-αυτόνομη (; ) ζωή τους. Μηνύματα που με αφορμή περιστατικά βίας –όπως η δολοφονία του ζευγαριού στην Ακτη Νηερέως Αλιβερίου από αλλοδαπό δράστη- ποτίζουν και θεριεύουν τη βία και το μίσος ευχόμενοι και παροτρύνοντας συνανθρώπους και συμπολίτες τους να κατακρεουργήσουν όλους τους αλλοδαπούς, όλους τους μετανάστες στολίζοντας τις δύο αυτές λέξεις με διάφορα κοσμητικά που μόνο δεν κοσμούν την γλώσσα και τον νου που τις παράγει.
Ο λαός μας λοιπόν φοράει με καμάρι το γαλόνι του «ανεπίδεκτοι μαθήσεως» και εξακολουθεί να αγνοεί επιδεικτικά την ιστορία του. Ξεχνάει τα αίτια και τα συμβάντα του εμφυλίου που ακολούθησαν τη «μαύρη» ναζιστική κατοχή του 40 και αφήνει ένα σύστημα πιο σαθρό κι από το πιο σαρακοφαγωμένο ξύλο να τον άγει και να τον φέρει, ώστε 60 χρόνια μετά τους Ναζί να φέρνει στην εξουσία τους νέο-Ναζί, γιατί έτσι θα πάει μπροστά η πατρίδα! «Γιατί φταίνε οι μετανάστες για την κατάντια μας!», φωνάζουν οι ακροδεξιοί. Και «γιατί φταίνε οι φασίστες και το ο καπιταλισμός!», φωνάζουν οι αριστεροί. Κι ορδές ο λαός φοράει τη στολή που του ταιριάζει και που τον βολεύει και σαν υπάκουος στρατιώτης μπαίνει στη γραμμή και ετοιμάζεται να κατασπαράξει τον απέναντι του σαν καλός κανίβαλος για να πάει μπροστά ετούτος ο πονεμένος τόπος.
Κι ο Σωκράτης ο πατέρας της κριτικής σκέψης τραβάει τα μαλλιά του. Ο Αριστοτέλης τραβάει γένια του κι αγκαλιά με τον Πλάτωνα κλαίνε και οι τρεις για την κατάντια ενός λαού πολλά υποσχόμενου πριν κάμποσα χιλιάδες χρόνια. Κι εμείς έχουμε το θράσος να κοιτάμε τα παιδιά στα μάτια και να γαλουχούμε μια κοινωνία μίσους κι εκδίκησης, μετάγγισης ευθυνών και πάλης για το ποια ορδή θα υπερισχύσει ξεχνώντας το βασικότερο όλων. Πως ένα σύστημα έχει σαν σκοπό τη ευημερία των πολιτών, τη δημιουργία συνειδήσεων καθαρών και κοινωνιών με χορτάτο νου εκτός από στομάχι. Χορτάτο όχι ψέματα και πάθη αλλά αλήθειες και αξίες που πέρασαν στα περασμένα τεύχη της μόδας της ανθρωπότητας.
Λαός που δεν θυμάται την ιστορία του είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει. Τα σοφά ελαφρώς παραλλαγμένα λόγια του Santayana θα μπορούσαν να αποτελούν τη σύντομη περιγραφή του λαού μας. Σαν να μην θυμόμαστε λοιπόν την κατοχή του 40 και τα παγκόσμια εγκλήματα του ναζισμού, ξεχνώντας τον εμφύλιο και την πολύ πιο πρόσφατη Γιουγκοσλαβία, πορευόμεθα χαρούμενοι και αγριεμένοι σε μια τραγική επανάληψη του παρελθόντος. Για άλλη μια φορά κρεμάμε με καμάρι τις σημερινές ταμπέλες που τόσο αριστοτεχνικά μας έπλεξε το σύστημα και παίρνουμε φόρα να χτυπήσουμε. Ποιον; Όχι αυτόν που θα έπρεπε. Αντί να αντιταχθούμε στο πολιτικό σύστημα που μας έφερε εδώ, αντί να αντισταθούμε στην καθημερινή καταπάτηση κάθε αξίας και κάθε συνταγματικού δικαιώματος γυρνάμε την κάννη μας προς τον απέναντι συμπολίτη με την διαφορετική ιδέα. Διαλέγουμε τη μάγισσα που συμπαθούμε λιγότερο και βάζουμε στο κυνήγι της όλη την οργή μας, όλο το άχτι μας. Και ψευδόμαστε ασυστόλως στην εναπομένουσα κριτική μας σκέψη και της παπαγαλίζουμε το παραμύθι που μας ψιθυρίζουνε κι εμάς. «Έτσι θα φτιάξουν όλα! Έτσι!»
Κι έτσι αριστεροί και δεξιοί, αναρχικοί και αντιρατσιστές, ρατσιστές διεθνιστές και αντιφασίστες υψώνουμε τα λάβαρα του μίσους και το σπέρνουμε σε όποιο πρόσφορο έδαφος πετύχουμε. Και τα αποτελέσματα σίγουρα και με εγγύηση. Βία και πόνος. Νεκροί πολίτες από τα χέρια μεταναστών, μετανάστες νεκροί από τα χέρια ρατσιστών, αντιφασίστες φοιτητές νεκροί από ακροδεξιούς και ακροδεξιοί νεκροί από αντιφασίστες. Και μίσος που απλώνει και απλώνει και φαύλος κύκλος που καταπίνει και το τελευταίο νου που λειτουργεί ακόμα, έστω και λίγο, αυτόνομα. Κι οι εκάστοτε ορδές οργίζονται με τον εκάστοτε εχθρό, ενώ ο μεγάλος εχθρός έχει ήδη διεισδύσει στα βαθύτερα κομμάτια του νου και της ψυχής μας.
Και αρνούμαστε όλοι να συνειδητοποιήσουμε το μάθημα που παίρνουμε κάθε φορά με τόσο βίαιο τρόπο. Πως είμαστε όλοι άνθρωποι. Με τα πάθη και τα λάθη μας με τα παραπλανημένα ο καθένας από την ιδεολογία-φυλακή μυαλά μας, με τον εγωισμό που μας εμποδίζει να δεχτούμε ότι μπορεί κι εμείς κάπου εκεί στο βάθος να είμαστε λιγάκι λάθος. Με την πίστη ότι εμείς οι όμοιοί μας κι όσοι η ιδεολογία μας υπερασπίζεται είμαστε οι εκλεκτοί και οι άξιοι προστασίας κι όλοι οι άλλοι έχουν αξία μικρότερη από εμάς. Αξία μικρότερη του ανθρώπου. Κι ο κανίβαλος ορμά και βασανίζει, βρίζει, μειώνει, κυνηγά, σκοτώνει.
Σαν εγγόνια και δισέγγονα μεταναστών, σα θύματα της ναζιστικής βίας του ’40, σαν απόγονοι των μαχόμενων «αριστερών» και «δεξιών» του εμφυλίου πρέπει να ντρεπόμαστε βαθύτατα που έφτασαν εδώ τα πράγματα. Η Ελλάδα αγριεύει. Οι Ορδές της φουντώνουν αυξάνουν και πληθύνονται. Τα μαχαίρια ακονίζονται για δεύτερη φορά και η ατμόσφαιρα μυρίζει ήδη την επικείμενη ειρωνεία της μοίρας. Ανοίξτε λοιπόν τα μάτια και τα αυτιά σας και δείτε γύρω σας ανθρώπους. Όχι ταμπέλες. Μπορεί η συνείδηση και η ψυχή να μην είναι στο φετινό πολιτικό μανιφέστο, αλλά είναι το μόνο που μας έμεινε. Μην τα θανατώνετε τόσο απερίσκεπτα με μίσος γιατί ίσως είναι η μόνη μας ελπίδα για το μέλλον.
Με λύπη μου –και γνώση του κατατρεγμού που θα υποστώ από το σύνολο των θιγόμενων ορδών-  κλείνω με 1 τραγούδι. Ακούστε τα με ανοιχτό νου και αυτιά, μα πάνω απ’ όλα με ανοιχτές ψυχές:http://www.youtube.com/watch?v=p4LN5obGRDw

Ήταν οι πόρτες μου δίχως μπαχτσέδες και μεντεσέδες κρατάνε τη γη 
Γίναν οι φτέρνες μου σαν τροχαλίες και στον κουβά τους αράζεις εσύ 
Αλλάζεις συχνά κάθε τόσο στολή, αλλάζεις οσμή, αλλάζεις σασί 
Και η ελπίδα μας έχει θαφτεί σαν το Ντορή μες στο παχνί. 

 Πάγωσε η ψείρα μου και παραπαίουσα, μ ένα τικ-τακ μου ματώνει τ αυτιά 
Όλα με πρόγραμμα, όλα στο σχέδιο, πρωτοκολλήσαμε τον έρωτα 
Και θες να πετύχω με μια μπαταριά, χίλια φλουριά, χίλια φλουριά 
Για να σου χαρίσω μαντάτα καλά, να χεις αγάπη μου λεφτά. 

 Ποντικοφάρμακο για τους μεγάλους και μουρουνόλαδο για τα παιδιά 
Κι έπλεξες σώβρακα για τους φαντάρους και θυσιάστηκες πατριωτικά 
Σου στέλνω μήνυμα μ ένα ταμ-ταμ να μαγειρεύεις με βιτάμ 
Κι ήσουνα γόησσα κι έκανες μπαμ, γι αυτό σε ψάχνω στα χαμάμ. 

Άδειο το βλέμμα σου, κούφιες οι ώρες μας, στα ενυδρεία σε χώσαν ζωή 
Συνηθισμένοι καθένας στο ρόλο του, κι η φαντασία μας έχει χαθεί. 
Την ξεπουλήσαμε στο γιουσουρούμ, για ένα κουστούμ, για ένα κουστούμ 
Την ξεπουλήσαμε στο γιουσουρούμ, για ένα κουστούμ, για ένα κουστούμ. 

 Μια διαδήλωση, δέκα μικρόφωνα και τα μεγάφωνα στη διαπασών 
Χιλιάδες δίποδα με μαγνητόφωνα κι έχουν λουστεί με την ίδια λοσιόν
Ξεπουληθήκατε στο γιουσουρούμ, για ένα κουστούμ, για ένα κουστούμ 
Κι ο εαυτούλης σας πέταξεβζουμ, ταρατατατζούμ, ταρατατατζούμ. 

Ω, εποχή μου θυμίζεις τον Καίσαρα κι οι μελλοθάνατοι σε χαιρετούν 
Κι όσο γερνώ μπουσουλώ με τα τέσσερα, τα τροχοφόρα με προσπερνούν 
Φεύγω και πάω να βρω στο Μπανγκόκ το σύντροφό μου τον Κινγκ-Κονγκ 
Μες στο μυαλό μου βαράνε τα γκογκ, μοιάζω με μπάλα του πινγκ-πονγκ. 

 Μας εκτελούνε με σφαίρες ντουμ-ντουμ, σφαίρες ντουμ-ντουμ, σφαίρες ντουμ-ντουμ 
Κι εμείς ξεπουλιόμαστε στο γιουσουρούμ, ταρατατατζούμ, για ένα κουστούμ.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου